Ένιωθε μουδιασμένος. Όλο του το σώμα πονούσε. Μια γλυκιά ζαλάδα σαν μυρμήγκιασμα τριγυρνούσε μέσα στο κεφάλι του.
Άνοιξε τα μάτια του. Ήταν ξαπλωμένος σε ένα κρεβάτι, σκεπασμένος με ένα λευκό σεντόνι μέχρι τους ώμους. Από πάνω από το κεφάλι του υπήρχαν διάφορα μηχανήματα που ήταν συνδεδεμένος με αυτά, με καλώδια που κατέληγαν σε διάφορα σημεία πάνω στο σώμα του. Από το δεξί του χέρι ξεκινούσε ένα σωληνάκι που κατέληγε σε έναν ορό. Ο μόνος ήχος που ακουγόταν ήταν ο αχός από χαμηλόφωνες ομιλίες ανθρώπων, και ένα ρυθμικό, μπιπ μπιπ από τα μηχανήματα πάνω από το κεφάλι του. Δεξιά του και αριστερά του δύο λευκές κουρτίνες που του επέτρεπαν να βλέπει μόνο μπροστά τον απέναντι λευκό τοίχο, και του ανθρώπους με τίς γαλάζιες φόρμες, να πηγαινοέρχονται. Κοίταξε το ταβάνι, το λευκό ταβάνι. Προσπάθησε να θυμηθεί
Περπατούσε στον δρόμο, όταν τον έπιασε εκείνος ο φοβερός πόνος στο στήθος και το μούδιασμα στο χέρι.
Ο κόσμος σκοτείνιασε γύρω του, οι φωνές, ακούγονταν όλο και πιο απόμακρες, μέχρι που σταμάτησαν, μετά εκείνο το φως. Εκείνο το δυνατό φως που άναψε ξαφνικά μέσα στο απόλυτο σκοτάδι που τον περιέβαλλε.
Δεν θυμόταν τίποτε άλλο.
Σήκωσε το χέρι του, έπιασε το κεφάλι του, ένας αναστεναγμός έφυγε, ίσως αθέλητα, από το στόμα του.
Μια νοσηλεύτρια φορώντας εκείνη την γαλάζια φόρμα, σαν χειρουργείου, ήρθε κοντά του χαμογελαστή.
-Συνήλθαμε???? Πώς νιώθουμε??? Καλά????
-Καλά, αλλά που είμαι??? Τι μου συνέβη??? Το Κεφάλι μου!!!!
-Μην ανησυχείτε, όλα πάνε καλά, θα μείνετε λίγες μέρες εδώ και μετά θα πάτε σε κανονικό κρεβάτι
-Μα εξηγήστε μου τι είναι εδώ???
-Νοσοκομείο είναι, ελάτε τώρα ηρεμήστε, έχουμε καιρό να τα πούμε αυτά, του είπε και του έπιασε το χέρι, Αν χρειαστείτε κάτι πιέστε αυτό το κουμπί.
Του πήρε το χέρι και τον έβαλε να αγγίξει σε ένα σημείο που με την αφή κατάλαβε ένα μπουτόν.
Η νοσοκόμα έφυγε, αυτός ξανάκλεισε τα μάτια. Τα φώτα, πόσο τον κούραζαν τα φώτα που δεν έκλειναν ποτέ.
Μία φωνή, από έναν άλλο άνδρα, ακούστηκε στα αριστερά του. Δεν μπορούσε να τον δει, εξ αιτίας της κουρτίνας, μόνο να τον ακούσει μπορούσε.
-Επιτέλους ξύπνησες, Καλημέρα.
Εκείνος γύρισε το κεφάλι προς τα αριστερά.
-Καλημέρα, είσαι καιρό εδώ???
-Μόλις μια μέρα πριν από εσένα, κοιμόσουν δυο μέρες, έλεγα πια δεν θα ξυπνήσεις.
-Πως σε λένε
-Γιάννη εσένα???
-Πέτρο, θα σου έδινα το χέρι αν μπορούσα.
-Και εγώ, Γέλασαν χαμηλόφωνα και οι δυο
Άρχισαν να μιλάνε, μιλούσαν για τα πάντα, για αυτούς, για τις οικογένειές τους, για τα παιδιά τους, τις δουλειές τους.
Οι ώρες του περνούσαν ευχάριστα, με την παρέα που βρήκε τόσο απρόσμενα σε εκείνο το μέρος.
-Ώρα να κοιμηθούμε, του είπε σε κάποια στιγμή, η φωνή του Γιάννη, που μόνο τον άκουγε πίσω από την λευκή κουρτίνα
-Γιατί??
-Μα νύχτωσε
-Και πως το ξέρεις???
-Είμαι δίπλα σε παράθυρο, του απάντησε.
Εκείνος γεμάτος λαχτάρα του ζήτησε να του περιγράψει τι βλέπει έξω από το παράθυρο.
-Είναι μια φωτεινή νύχτα με γεμάτο φεγγάρι, τόσο φωτεινή λες και είναι μέρα...
Ο Πέτρος ένιωσε τα βλέφαρά του να βαραίνουν...κοιμήθηκε.
Οι μέρες περνούσαν, ο Πέτρος με τον Γιάννη συνέχισαν να μιλούν, πολύ λίγο όμως για εκείνους. Συνήθως ο Γιάννης περιέγραφε στον Πέτρο αυτά που έβλεπε έξω από το παράθυρο.
Του περιέγραφε το πάρκο που έβλεπε έξω, την λίμνη με τις πάπιες, τον κόσμο που τριγυρνούσε η καθόταν στο μικρό καφέ δίπλα στην λίμνη, τα παιδάκια που έπαιζαν τις μητέρες με τα μωρά τους, και τα ζευγαράκια που αντάλλασσαν φιλιά κάτω από τα δένδρα.
Όταν βράδιαζε του περιέγραφε τον νυχτερινό ουρανό τα αστέρια, το φεγγάρι τα παιχνίδια του φωτός μέσα στα ήρεμα νερά της λίμνης, όλα τα όμορφα πράγματα, έργα της φύσης και των ανθρώπων που φαίνονταν από το παράθυρο του νοσοκομείου.
Μέρες πέρασαν. Μία νύχτα ο Γιάννης είπε στον Πέτρο.
-Δεν μπορώ να σου μιλήσω άλλο, πρέπει να κοιμηθώ, αύριο φεύγω. Σε αποχαιρετώ λοιπόν από τώρα καλέ μου φίλε, να έχεις καλή ζωή. Να προσέχεις.
Ο Πέτρος τον αντιχαιρέτισε, “και εσύ να προσέχεις” είπε του Γιάννη, “ Σε ευχαριστώ για όλα”. Έκλεισε τα μάτια. Κοιμήθηκε.
Η άλλη μέρα ξημέρωσε, ο Γιάννης δεν ήταν πια στο διπλανό του κρεβάτι. Είχε φύγει, Έμεινε μόνος, σιωπηλός, με μόνο ήχο τον αχό από σιγανές ομιλίες και το ρυθμικό μπίπ μπίπ σημάδι ότι ήταν ακόμα στην ζωή. Μόνη του παρέα οι περιγραφές του Γιάννη από εκείνο το παράθυρο. Έκλεινε τα μάτια και έφτιαχνε εικόνες, από το πάρκο, τις μητέρες που έκαναν βόλτες τα μωρά τους, παιδάκια να παίζουν στο παχύ γρασίδι, αγκαλιασμένα ζευγαράκια να φιλιούνται και από ουρανούς, γεμάτους αστέρια, και λαμπερά ολόγεμα φεγγάρια.
Ένα πρωί είδε να τον πλησιάζουν άνθρωποι με γαλάζιες φόρμες, δυο άντρες που έσπρωχναν ένα φορείο και μια γυναίκα. Η γυναίκα ήρθε δίπλα του, άρχισε να τον αποσυνδέει από τα μηχανήματα, “Άντε σήμερα φεύγεις από εδώ, πας σε κανονικό δωμάτιο. Περαστικά”.
Τον πλησίασαν οι δυο νοσοκόμοι με το φορείο, τον έβαλαν επάνω. Δεν μπορούσε να φύγει όμως έτσι, χωρίς να ρίξει μια ματιά στην θέα του παραθύρου, που οι εικόνες της, του είχαν κρατήσει παρέα τόσες μέρες μέσα από τις περιγραφές του Γιάννη. Ήθελε να δει, με τα μάτια του, από το παράθυρο, έστω και για μια μόνο στιγμή. Να δει....
-Μια στιγμή, είπε στους νοσοκόμους, θέλω να δω το παράθυρο, τους είπε απλώνοντας το χέρι του και δείχνοντας αριστερά.
Οι δυο άντρες κοιτάχτηκαν, “Μα στις εντατικές μονάδες δεν υπάρχουν παράθυρα” του απάντησαν.
-Μα τότε, τι μου περιέγραφε ό διπλανός μου, ρώτησε με έκπληξη τον νοσοκόμο.
Οι άνδρες κοιτάχτηκαν για μια ακόμα φορά
-Ο διπλανός σας, αποκλείεται να σας περιέγραφε οτιδήποτε. Ήταν σε κώμα, από την ώρα πού τον έφεραν μέχρι προχθές που κατέληξε.......
-Άντε πάμε, είπε ο ένας νοσοκόμος στον άλλο και έσπρωξαν το φορείο προς την πόρτα πού οδηγούσε στον διάδρομο
Δευτέρα 26 Μαΐου 2008
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
18 σχόλια:
πω πω φαντασια..
πολυ ωραιο..
ειδες καμμια φορα τι δημιουργουν οι ιδιες οι αναγκες μας;ομως ειναι ομορφες ψευδαισθησεις αυτες..
πολυ ομορφα το εδωσες
καλη σου μερα αλεξη
Πολύ ωραίο!! Αν και μιλούσε για εντατική, οι εικόνες που περιέγραφες δεν ήταν καθόλου άσχημες!! Καλημέρα!!
Δεν ξέρω πραγματικά τι να σου γράψω! Έχεις χάρισμα!!!
Καλημέρα Αλέξη μου!
Ομορφη,διδαχτικη ιστορια:)
Με έστειλες.....
Μου άρεσε πολύ η ιστορία, είχε και τα μηνύματά της.
Καλή εβδομάδα!
Το ζητούμενο και το ευκταίο είναι τα περιστααικά και οι καταστάσεις στη ζωή του ανθρώπου γενικότερα να είναι ιάσιμα και να μένουν σαν μια κακή ανάμνηση.
Διαφορετικά...έχει τον τρόπο της η ανθρώπινη φύση να εφευρίσκει τρόπους και μεθόδους για να ...ανοίγει παράθυρα εκεί που δεν υπάρχουν.
Ακόμη και σε ένα "κενό τοίχο"
Φιλί και Γλαρένιες αγκαλιές
Αχ, τα φανταζόταν όλα αυτά; Αλήθεια; Α, λυπήθηκα λιγάκι, θα προτιμούσα να ήταν αλήθεια. Φιλιά πολλά!
πολλα μεταφυσικα εχουν συμβει σε τετοιους χωρους που το πνευμα και η ψυχη του ανθρωπου πρεπει να αντλησουν απο καπου δυναμη για να αντεπεξερθουν!!!
καλη σου μερα...
Αλέξη πολύ καλό !!!!
Καλησπέρα
Που γυρίζεις εσύ; Υπέροχη ανάρτηση. Εμένα που με ενθουσιάζουν και τα μεταφυσικά, η καλύτερη μου. Γλυκιά και ανθρώπινη, όπως όλα σου τα κείμενα.
Καλησπέρες
ΠΑΝΕΜΟΡΦΟ...
συγκινητικό και "δυνατό"!
Αλέξη, μάζεψε τις ιστορίες σου, βάλε έναν ωραίο ττίτλο και πήγαινε σε έναν οίκο -όχι μόδας, εκδοτικό.
ΑΚΟΥΣΕ ΠΟΥ ΣΟΥ ΛΕΩ!
Φιλιά πολλά,
συνέχισε να μας συγκινείς, το έχουμε ανάγκη!
Θα ήθελα να πώ απλά ενα ευχαριστ΄ω για τίς επισκέψεις σας.
Δυστιχώς λόγο φόρτου εργασίας γυρίζω σπίτι πτώμα...
Θα τα πούμε καλήτερα μόλις έχω λίγο χρόνο περισσότερο
Καλημέρα
Μια χαρά και αυτο Αλεκάκι.....και άσε το μπουλούκο να λέει.
ZHLEYEI!!!!!!
Συγκινητικό...
Δουλεύω στη ΜΕΘ, αν δεν το ξέρεις...
Ωραίο και ανατριχιαστικό, αν και στις ΜΕΘ υπέρχουν μεγάλα, φωτεινά παράθυρα!:Ρ
Ξέρεις, σκέφτομαι καμιά φορά να γράψω ένα τέτοιο ποστ για το πως αισθάνεται ένας ασθενής σε κραβάτι εντατικής.
Κρίμα που δεν έχω την πένα σου...
Φιλάκια
8α σε κακοκαρδίσω αν σου πω κι εγω ότι ο Κωστας? :-)εστίασε λιγό το φακό σου .. ξέρεις εσυ απο το τηλεμπάνιστρο! χαχαα Κόβει το μάτι σου! Χαλάλι σου όμως γιατί έχεις καλό γούστο και σωστό ενστικτο, φιλαράκι.
η ιστορια αυτη δεν ειναι δικη σου.
Δημοσίευση σχολίου