Είναι οι μέρες τέτοιες, οι τελευταίες του χρόνου, που λες και το απαιτούν, σε βάζουν σε μια διαδικασία αναδρομών.
Αρχίζει κανείς να σκέφτετε πως πέρασε και τούτη ή χρονιά, πότε ήταν πάλι Χριστούγεννα, και Πρωτοχρονιά του 2007, πότε ήρθε Πάσχα, πότε γυρίσαμε απ' τις καλοκαιρινές μας διακοπές, και για πότε ετοιμαζόμαστε να αποχαιρετήσουμε το 2007, και να μείνει μέσα μας, σαν ανάμνηση από τα γεγονότα, που έχουμε να θυμόμαστε από αυτό.
Εγώ όπως ήταν φυσικό, δεν μπορούσα να αποτελέσω εξαίρεση και άρχισα τις διαδρομές στο παρελθόν.
Η μνήμη μου σταμάτησε αρκετά χρόνια πριν όταν υπήρχε ακόμα εκείνη η θεοτρελοπαρέα, που μπορούσες από αυτήν να τα περιμένεις όλα.
Μια παρέα φίλων που όπως η μοίρα θέλησε να μας φέρει κοντά, όταν έκρινε, ότι αυτή η παρέα έκλεισε τόν κύκλο της (?) μάς σκόρπισε στά τέσσερα σημεία του ορίζοντα, χαμένοι, οι περισσότεροι μέσα στήν θάλασσα των υποχρεώσεων που η σύγχρονη ζωή επιβάλει (?) να έχουμε.
Θυμίθηκα μια από τις Πρωτοχρονιές που θα μείνει αλησμόνητη σε όσους την έζησαν από κοντά και σε αυτό το post θα μοιραστώ μαζί σας.
Ήταν λοιπών Πρωτοχρονιά του 1994.
Μας είχαν καλέσει στο σπίτι ενός από την παρέα, του Γιώργου του ψηλού, όπου οι γονείς του έκαναν μια συγκέντρωση εν όψη της ελεύσεως του νέου χρόνου, και ήμασταν καλεσμένοι όλοι η παρέα.
-Να φέρεις και τα παιδιά, του είχε πει η μητέρα του, η κυρά Άρτεμη, χωρίς η κακομοίρα να ήξερε τη την περίμενε.
Όλοι στήν παρέα γνωρίζαμε το κουσούρι της οικογένειας, ότι ήταν λίγο προληπτικοί σε κάποια πράγματα, και ΙΔΙΑΊΤΕΡΑ με το ποδαρικό την Πρωτοχρονιάς, τόσο πολύ που λίγο μετά την αλλαγή του χρόνου, έβγαζαν από το σπίτι τα μικρά τότε παιδιά του μεγαλύτερου αδερφού και τα ξαναέβαζαν μέσα, επιβάλλοντας στά παιδιά να ξαναμπούν με το δεξί και να ευχηθούν το "Καλή χρονιά" δυνατά και καθαρά, στους παππούδες τους
Μέχρι να τελειώσει η όλη ιεροτελεστία, απαγορευόταν στον οποιονδήποτε να μπεί στο σπίτι.
Ο γιός τους ό Γιώργης δεν τα πίστευε αυτά τα πράγματα αλλά τι να κάνει?
Εμείς οι υπόλοιποι δεν μας πήγαινε να αφήσουμε την ευκαιρία να περάσει ανεκμετάλλευτη.
Έπρεπε σώνει και καλά να σκαρώσουμε την βρομοδουλειά μας.
Να σκαρώσουμε μια φάρσα που, όπως και πολλές άλλες θα έμεναν ιστορικές.
Μπήκαν λοιπών σε εφαρμογή τα διαβολικά σχέδια μας και ενημερώθηκε και ο Γιώργης ο οποίος μόλις άκουσε τι σκαρώναμε, τον έπιασε νευρικό γέλιο και σταματημό δεν είχε.
Διαβάστε λοιπών τι κάναμε, ώστε να μπορέσετε να το επαναλάβετε και εσείς, που θα διαβάσετε αυτό το post. (χιχιχιχιχιχιχιχι)
Βρήκαμε ένα μαύρο κουστούμι που ήταν στά μέτρα του δεύτερου πιο ψηλού στήν παρέα, και τον ντύσαμε, με αυτό.
Μετά βρήκαμε από τα αποκριάτικα που ήταν σε στοκ μια πλαστική μουτσούνα με το πρόσωπο του Μητσοτάκη, υπήρχαν πολλές τότε λόγο τής επικαιρότητας του έν λόγο πολιτικού και του την φορέσαμε.
Κάναμε αρκετές πρόβες με το τικ του ώμου και την φωνή ώστε να είναι όσο το δυνατό παρόμοια, και το σατανικό σχέδιο μπήκε σε εφαρμογή.
Η ώρα ήταν 12 και κάτι ψιλά, ο νέος χρόνος ήταν στα πρώτα του δευτερόλεπτα, ο κυρ Μένιος, ο πατέρας του Γιώργου είχε ανοίξει την σαμπάνια, ο Γιώργος την σέρβιρε στά ποτήρια των καλεσμένων, και ενώ οι ευχές έδειναν και έπαιρναν, ό κυρ Μένιος ετοιμαζόταν για την καθιερωμένη τελετή του ποδαρικού.
Εκείνη την ώρα χτύπησε το κουδούνι.
-Αρτεμη πήγαινε να ανοίξεις και μην αφήσεις να μπεί μέσα κανένας μέχρι να φέρω τα παιδιά, της φώναξε ό κυρ Μένιος.
Εκείνη πήγε άνοιξε και το θέαμα του μασκαρεμένου φίλου μας σε Μητσοτάκη της πάγωσε το αίμα.
-Μένιο τρέχααααααα, φώναξε ή μάλλων τσίριξε έντρομη
Ο κύρ Μένιος πλησιάζει την ανοιχτή πόρτα και με το που βλέπει τον επισκέπτη σαστίζει και ένα "Χριστός και Παναγία" του φεύγει από το στόμα.
-Καλησπέρα, ήρθα να σας κάνω ποδαρικό, τους λέει το αντίγραφο του Μητσοτάκη, με φωνή που πλησίαζε την πραγματική, και κουνώντας τον ώμο, στους κάτωχρους γονείς του Γιώργου.
-Μην κλείσετε πίσω έρχετε και ή Μαρίκα με τα ξεροτήγανα, συνεχίζει, και περνά το κατόφι του σπιτιού με το αριστερό, και μπαίνει μέσα.
Καί ενώ οι γονείς του Γιώργου έχουν μείνει σαν αγάλματα μπροστά στην ανοιχτή πόρτα, μια να κοιτούν πρός τα έξω, μια μεταξύ τους και μία το αντίγραφο του κατά τα άλλα συμπαθούς Έλληνα πολιτικού, μέσα στο σαλόνι έγινε χαμός.
Τα γέλια πρέπει να ακουστήκανε αρκετά οικοδομικά τετράγωνα μακριά.
Κάποιος μάλιστα που εκείνη την ώρα διάλεξε να πιεί σαμπάνια πνήγικε, και οι διπλανοί του τον χτυπούσαν στην πλάτη γελώντας ενώ αυτός γελούσε και έβηχε και παραλίγω να μας μείνει, την ίδια ώρα που, το αντίγραφο χαιρετούσε έναν προς έναν τους υπόλοιπους καλεσμένους, και αυτοί κατακόκκινοι σαν παντζάρια του αντεύχονταν.
Πιάσαμε και κάποιους που έφτυναν στο κόρφο τους και σταυροκοπιούνταν, μετά την χαιρετούρα
Το σίγουρο πάντως είναι πώς κάποιοι είχαν χρόνια να γελάσουν τόσο, και έτσι.
Ο Γιώργος, ο φίλος μας δε, είχε πέσει κάτω κατακόκκινος από τα γέλια κρατώντας με το ένα χέρι την κοιλιά του ενώ με το άλλο χτυπούσε το πάτωμα.
Αφού ξεμασκαρέψαμε τον ηθοποιό μας και συνεφέραμε τους γονείς του Γιώργου, περάσαμε μια βραδιά χάρμα.
Ήταν ίσως το μοναδικό σπίτι που το βράδυ της Πρωτοχρονιάς, και ενώ ήταν προγραμματισμένο και είχαν γίνει οι σχετικές ετοιμασίες, δεν παίχτηκαν χαρτιά, αλλά λέγονταν και ακούγονταν διάφορα φαιδρά και αστεία και το γέλιο πήγε σύννεφο.
Στό τέλος της βραδιάς οι καλεσμένοι έφυγαν κατακόκκινοι από τα γέλια, χαιρετούσαν και έλεγαν ότι πέρασαν μοναδικά και ότι με τόσα γέλια αποκλείετε να μην πάει καλά ο χρόνος.
Όσο για τον κυρ Μένιο.........
-Βρέ κωλόπαιδα, θέλετε ξύλο, πολύ ξύλο. Τί μου σκαρώσατε βρε???
-Αλλά χαλάλι σας βρέ καλά περάσαμε, σε καλό να μας βγουν τα τόσα γέλια.
Του ευχηθήκαμε, και φύγαμε όπως και οι υπόλοιποι χαχανίζοντας μέχρι τα σπίτια μας, ενώ για αρκετό καιρό το θυμόμασταν και ξεραινόμασταν στά γέλια, στην διάρκεια των συνάξεων του τρελοκομείου,
Ακόμα και τώρα, πολλά χρόνια μετά, που αυτή η παρέα έχει διαλυθεί, ακόμα και τώρα το θυμάμαι και γελάω μόνος μου.
Ας είναι καλά αυτοί οι άνθρωποι όπου και αν βρήσκονται.
Ας είναι καλά
Να είστε και εσείς καλά, όλοι τόσο εσείς όσο και οι αγαπημένοι σας άνθρωποι.
Καλή χρονιά να έχουμε με υγεία χαρές γέλια χρώματα, και ευτυχία.
Κ Α Λ Η Χ Ρ Ο Ν Ι Α
Ε Υ Τ Υ Χ Ι Σ Μ Ε Ν Ο Κ ΑΙ Χ Α Ρ Ο Υ Μ Ε Ν Ο
Τ Ο
2008