Ήταν ακόμα Ιανουάριος όταν η τρελοπαρέα των τεσσάρων επισκέφθικαν τον φίλο τους που έμενε στήν Πάτρα.
Οι προετοιμασίες για τό επερχόμενο καρναβάλι είχαν αρχίσει και ο φίλος τους τους πρότεινε να συμμετάσχουν στό πλήρωμα που είχε και ο ίδιος δηλώσει συμμετοχή.
-Ψάχνουμε τρελούς, τους είχε πει, είσαστε????
Τους εξήγησε τι ακριβός θα έκαναν και τι θα χρειάζονταν για να συμμετέχουν.
-Είσαστε σίγουροι μωρέ ότι ψάχνετε τόσο τρελούς???
-Ναι.
-Τότε μέσα και καλά να πάθετε, του απάντησαν.
Ο φίλος τους από την Πάτρα, κανόνισε όλες τις λεπτομέρειες και ο καιρός έφτασε.
Τό κινητό του Πατρινού φίλου τους έλαβε το sms που καθόριζε την ημερομηνία και την ώρα άφιξης.
-Ερχόμαστε την Πέμπτη, 12 η ώρα θα είμαστε εκεί, έχετε χρόνο να κρυφτείτε!!!!!!!!!
Την Πέμπτη το πρωί η παρέα των τεσσάρων πήρε το τρένο για Πάτρα.
Το ταξίδι ήταν ήσυχο ώσπου οι τέσσερις κοιτάχτηκαν μεταξύ τους.
-Δεν βάζουμε τις στολές από τώρα να κάνουμε και λίγη πλάκα
-Ναι μέσα.
Ένας ένας, πήγαιναν στήν τουαλέτα του τρένου και φορούσαν την στολή που είχαν μαζί τους.
Σε λίγη ώρα στις θέσεις καθόταν τέσσερις κούνελοι.
Τέσσερις king size κούνελοι με γκρί πλάτη λευκή κοιλιά και αυτιά που εξείχαν πάνω από την πλάτη της θέσης.
Πνιχτά γέλια ακούγονταν από τους επιβάτες των γύρω καθισμάτων και σύντομα άρχισε το πέρα δώθε των υπόλοιπων επιβατών να δουν το “φαινόμενο”.
Κάποια παιδάκια άπλωναν το χέρι δείχνοντας προς αυτούς, “κοίτα μαμά κουνελάκια”,
Ενα παιδάκι έμεινε ακίνητο να κοιτά από πολύ κοντά την κουνελοπαρέα, ακουμπώντας τα χέρια του στό μπράτσο της θέσης του ενός
Οι τέσσερις “κούνελοι” γύρισαν και το κοίταξαν.
-EEEEEEE, what's up doc????? ρώτησε το παιδάκι ένας από αυτούς.
Ο μικρός γούρλωσε τα μάτια και το έβαλε στά πόδια.
Ο “κούνελος” που ρώτησε γύρισε στους άλλους τρείς.
-Κλασικό δείγμα αντικοινωνικής συμπεριφοράς, σχολίασε με σπουδή.
-Που βαδίζομαι κύριοι??? είπε κλείνοντας τό σχόλιό του
Οι άλλοι συμφώνησαν.
Το ταξίδι συνεχίστηκε μέσα σε, όχι πάντα, πνιχτά γέλια, και σχόλια από τους “κούνελους” γεμάτα σοφία.
Τό τρένο έφτασε στήν Πάτρα στήν ώρα του, περίπου. Ο φίλος τους, που και θα τους φιλοξενούσε, τους περίμενε στήν αποβάθρα.
-Θεός φυλάξει, μη χειρότερα!!!!!! Έτσι ταξιδέψατε?????
-Ναι γιατί πειράξαμε κανέναν????
-Τι να πω. Καλός ήρθατε, άντε πάμε.
Μπήκαν στο αυτοκίνητο και ξεκίνησαν γιά τό σπίτι, στόν δρόμο του ζήτησαν να σταματήσουν στη Alfa bank να πάρουν λεφτά.
Μπήκαν στήν τράπεζα, μπήκαν στήν ουρά και περίμεναν.
Ηρθε η σειρά τους, ένας ένας πήγαιναν στο ταμείο πού άδειαζε και ζητούσαν να πάρουν χρήματα από τους λογαριασμούς τους, οι υπάλληλοι έσπευδαν να τους εξυπηρετήσουν συγκρατώντας τα γέλια τους.
Ο ένας κούνελος γύρισε προς τους άλλους.
-Μα γιατί γελάνε??
-Που ξέρω μπορεί να φταίει το νερό αποκρίθηκε ο πρώτος “κούνελος”
-Μπορεί να φταίει ο αέρας, είπε ο δεύτερος
-Μπορεί κάτι να έφαγαν, είπε και ο τελευταίος, ενώ οι προσπάθειες των υπαλλήλων να κρατηθούν γίνονταν όλο και πιο δύσκολες.
Τέλος ένας από τους “κούνελους” φόρεσε ένα ζευγάρι γυαλιά με υαλοκαθαριστήρες, και ρώτησε την υπάλληλο που εκείνη την ώρα τον εξυπηρετούσε.
-Μα γιατί γελάτε???
Εκείνη μόλις είδε τον “κούνελο” με τα εν λόγο γυαλιά ξέσπασε σε γέλια.
Ο “κούνελος” πήρε το βιβλιάριο και τα χρήματα από τον γκισέ και απευθηνόμενος προς τους άλλους είπε:
-Εμένα δεν μου το βγάζετε από το μυαλό, κάτι έχει το νερό!!!!! άντε πάμε.
Βγήκαν έξω και μπήκαν στο αυτοκίνητο τού φίλου τους και πήγαν στο σπίτι.
Η σύζυγος του τους περίμενε στήν πόρτα. Καλός τους, καλός ήρθατε, μπήκαν μέσα, τους έδειξε το δωμάτιο που θα έμεναν.
Τέσσερα σπαστά κρεβάτια και μια πλαστική ντουλάπα υπήρχαν μέσα σε αυτό.
Εκείνη την μέρα δεν έκαναν τίποτε ιδιαίτερο, μια βόλτα στήν πόλη, φαγητό έξω σε μία όμορφη ταβερνούλα και μετά σπίτι.
Τα παιδιά που τους φιλοξενούσαν έπρεπε να ξυπνήσουν πρωί γιατί δούλευαν, έτσι έπεσαν όλοι νωρίς για ύπνο, πρίν όμως, ζήτησαν να τους επιτρέψει τό ζευγάρι να μαγειρέψουν αυτοί για το μεσημέρι
-Άντε καλά, να δούμε και τι ψάρια πιάνετε στήν κουζίνα ήταν η απάντηση.
Την άλλη μέρα οι τέσσερις φίλοι, αφού έφαγαν πρωινό, πήγαν super market, και γύρισαν να ετοιμάσουν το μεσημεριανό.
Όταν γύρισε τό ζευγάρι από την δουλειά, ετοιμάστηκαν, και κάθισαν στο τραπέζι, να φάνε.
-Καλέ είναι τέλειο, που μάθατε να μαγειρεύετε τόσο καλά, αναφώνισε ή σύζυγος μετά τις πρώτες μπουκιές.
-Τι βάλατε μέσα???? Θέλω την συνταγή.
Οι τέσσερις φίλοι αλληλοκοιτάχτηκαν με νόημα.
-Ε??
-Πως??
-Γκούχ Γκούχ, ποιός ήρθε???
-Συνταγή!!! εχμ, αχμ γκούχ.
Εκείνη τους κοίταξε απορριμένη.
-Ναι καλέ, την συνταγή.
-Να σου πούμε, πήραμε το κρέας το βάλαμε στήν κατσαρόλα, βάλαμε και νερό, ρίξαμε λίγο από αυτό που είχες στο κόκκινο τάπερ στά πάνω ντουλάπια, λίγο από το κίτρινο, λίγο από το μπλέ, τρεία κλαράκια από αυτά που έχεις στήν δεξιά πλευρά, δύο από αυτά στήν αριστερή, και δυό κύβους knorr, αν και εγώ επέμενα ότι αυτά ήταν τα ζάρια του ταβλιού, το αφήσαμε να βράσει του ρίξαμε λάδι, ηλιέλαιο, σογέλαιο, καλαμποκέλαιο, και ένα σκόρδο ακαθάριστο, και βγήκε αυτό που τρώς, χαιρόμαστε που σου άρεσει.
Εκείνη είχε γίνει κατασπρή, τους κοιτούσε με το στόμα ανοιχτό ενώ εκείνος είχε ξεσπάσει σε τρανταχτά γέλια.
-Μην της λέτε τέτοια βρέ παιδιά, τα πιστεύει.
-Άντε καλά, θα σου δώσουμε την συνταγή.
Εκείνη ξαναβρήκε τό χρώμα της και συνέχισε να τρώει, με μια καχυποψία όμως ως προς το περιεχόμενο του πιάτου της.
Από εκείνο το βράδυ άρχισε το γλέντι, πήγαιναν σε πάρτι, πέντε “κούνελοι”, και μια “κουνελίτσα”, διασκέδαζαν χόρευαν γελούσαν μοίραζαν πειράγματα και δέχονταν από άλλους, ένα κλίμα χαράς χορού και ξεγνοιασιάς, γεμάτο χαρτοπόλεμο σερπαντίνες και χρώματα.
Στην μεγάλη παρέλαση, η παρέα των κούνελων έδωσε ρέστα.
Χόρευαν, τραγουδούσαν, πήγαιναν στον κόσμο που παρακολουθούσε, μοίραζαν καρότα, που είχαν πάρει μαζί τους, έβγαζαν φωτογραφίες με παιδάκια, και όταν έπεσαν σε ένα συνεργείο της τηλεόρασης που μετέδιδε την παρέλαση άρχισαν να χορεύουν γύρω από την σαστισμένη παρουσιάστρια, ώσπου στο τέλος την τράβηξαν για λίγο να χορέψει και αυτή μαζί τους.
Όταν την άφησαν η κακομοίρα προσπαθούσε να φτιαχεί στα γρήγορα, για να βγει και πάλι στον αέρα κρατώντας στο χέρι μαζί με το μικρόφωνο και ένα καρότο πού της είχε δώσει ένας από την κουνελοπαρέα.
Όταν πλέων τελείωσε η παρέλαση, πήγαν να τσιμπήσουν κάτι.
Από τό τραπέζι που κάθονταν ακούγονταν δυνατά γέλια.
Η συζήτηση περιστρεφόταν γύρω από τις σκανταλιές των προηγουμένων ημερών.
-Καλά είδες την μούρη του όταν του έδωσες το καρότο... ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ!!
-Καλά η άλλη που πήγε να μας βγάλει φωτογραφία, και βγάλαμε τα καρότα, και έβαλες τα γνωστά γυαλιά???? ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ
-Την κακομοίρα παραλίγο να της πέσει η μηχανή από τα χέρια..ΧΑΧΑΧΑΧΑ!!
-Αμ το μωρό, που μας το έδωσε για το να βγάλει φωτογραφία μαζί μας, πάλι καλά που θυμίθηκες να τις το δώσεις πίσω!!
-Γιατί η άλλη που........ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ
-Και εκείνο το ζευγαράκι.....που του έδωσες το καρότο...ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ
Και ήρθε η τελευταία βραδιά, ο καρνάβαλος είχε αρχίσει να παραδίδετε στις φλόγες, σημάδι του τέλους του καρναβαλιού, ενώ συνχρόνος πολύχρωμα πυροτεχνήματα χρωμάτιζαν τον σκότεινο ουρανό.
Τότε ένας από τους “κούνελους” πήγε πιο πέρα, έβαλε τα χέρια του πίσω κατέβασε το κεφάλι και έμεινε ακίνητος. Γύρισε και κοίταξε προς την σκοτεινή θάλασσα που συχνά πυκνά χρωματιζόταν από το καθρεύτισμα των βεγγαλικών.
Οι άλλοι της παρέας τον έψαξαν δεξιά αριστερά μέ τά μάτια, και τόν είδαν λίγο παράμερα να κοιτά την θάλασσα, τον πλησίασαν
-Έλα ρε τι έπαθες και μελαγχόλησες???
-Ε να, σκέφτικα πως από αύριο δεν θα μπορούμε να είμαστε πια “κούνελοι”, αλλά θα πρέπει να ξαναγίνουμε “άνθρωποι”.
Κοίταξαν και οι έξη προς την σκοτεινή θάλασσα.
-Καλά όλα αυτά είπε η “κουνελίτσα”, ας απολαύσουμε όμως τώρα όσο μπορούμε τις τελευταίες μας κουνελοώρες.
Το κέφι ξαναγύρισε, και η κουνελοπαρέα χάθηκε μέσα στα χρώματα και τα φώτα της γιορτής τραγουδώντας, γελώντας και χορεύοντας
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
10 σχόλια:
Αργισα λίγο για αποκριάτικη ανάρτηση αλλά τί να κάνω, ό χρόνος ελάχιστος.
Μήν με ρωτήσετε πάς πέρασα, Κυριακή και Κ. Δευτέρα δούλευα.
Εσείς ελπίζω να περάσατε καλά.
Και του χρόνου καλύτερα
Δεν έχασες και τίποτε. να, μέχρι και οι κούνελοι επέστρεψαν στην πεζή καθημερινή πραγματικότητα.
Το ζητούμενο είναι να προσπαθούμε να κάνουμε ευχάριστη τη ζωή μας όχι μόνον τις περιόδους κάποιων εορτών, θαρρείς πως τότε ως δια μαγείας εχουν λυθεί όλα μας τα προβλήματα...
Φιλλί και Γλαρένιες αγκαλιές
Να αφησω τη καλησπερα μου και να ευχηθω ενα ομορφο σαββ/κο, οσο πιο ξεκουραστο γινεται.
Φιλιά να σαι καλα αλεξη :)
κατι παρομοιο εζησα οταν πηγα για παγωτο στο mall...και ο ταμιας με προσθετα στηθη, oversized γυαλια ηλιου και μακρυμαλλουσα περουκα κουνιοταν και λικνιζοταν ολο γυναικεια χαρη...
μεταξυ παραγγελιας και πληρωμης επεσε πολυ γελιο!
ευχομαι του χρονου να περασεις ξεγνοιαστη και χαρουμενη αποκρια...μεχρι τοτε καληνυχτα κι ενα καλο σ/κ να σε περιμενει με το ξημερωμα!!!
κουνελοφιλάκια κι αγγαλίτσες, fith
μικρούλη
http://www.youtube.com/watch?v=LPkBQU2VYPk&feature=related
αχ.. κι εγώ ούτε τις απόκριες κατάφερα να γίνω κούνελος..:):)
του χρόνου καλήτερα εύχομαι..:):)
χάρηκα για την γνωριμία.. θα τα ξαναπούμε:):)
την καλησπέρα μου:):)
ελα παιδι περασαν οι αποκριες
ετοιμασου για πασχα
είσαι... μάγος!!
Πανέμορφο για μία ακόμη φορά.
Μου αρέσουν οι ιστορίες σου γιατί είναι ΑΛΗΘΙΝΕΣ.
Μου αρέσει η ευαισθησία σου.
Στα έχω ξαναπεί...
(δούλευες;!! ουργκ!!!!)
ΚΑΛΗ ΒΔΟΜΑΔΑ
(σε αναφέρω στο post μου αν θες να ξέρεις, οι αδυναμίες δεν κρύβονται..)
Φύρδην μίγδην > Εχεις δίκαιο γλαρένια, αλλά και κάποιες μέρες για ιδιέτερο ξεσάλωμα είναι απαραίτητες
Roadartist > Καλημέρα και σε εσένα να είσαι καλά.
Una mama > Είχε πλάκα, σπάει η μονοτονία, γελάς.
Και εσύ μιά καλή εβδομάδα
Genna > Και από εμένα αγκαλιές και φιλιά.
Καλή εβδομάδα
koulpa > Εγώ ευτυχώς κατάφερα φέτος να ξεκλέψω μερικές ώρες και να γίνω "κουνελος"
Του χρόνου καλήτερα.
skouliki > Ετοιμάζω κοκορέτσι..από τώρα
Μετεωρίτης > Ευχαριστώ τί καλά λόγια.
Έρχομαι και απο το μπλογκ σου να δώ
Πόπο, θυμάμαι πως μας κοιτούσαν ο κόσμος την Τσικνοπέμπτη, τρελαμένοι στο λεωφορείο με τη σχολική τσάντα στην πλάτη να περάσουμε μια βόλτα απ το φροντιστήριο, έτσι για το καλό, πριν πάμε κέντρο! Είχα μια τεράστια κατακόκκινη περούκα με κοτσίδια, φοβερή, την είχα βρει τόσο πολύ που δεν ήθελα να τη βγάλω μετά. Άλλοι γελούσαν με τα πολύχρωμα μαλλιά μας, πολύ τους χάρηκα, αυτοκίνητα κορνάριζαν το πρωί 8 η ώρα, 'και του χρόνου' μας ευχήθηκαν κάτι εργάτες πάνω από τις σκαλωσιές σε μια οικοδομή, κόσμος άγνωστος, αν θέλετε να σας κοιτά και να σας χαιρετά όλος ο κόσμος και να ρίξετε το γέλιο της ζωής σας, βάλτε μια τρελή περούκα, που να βγάζει μάτια όμως, και πάρτε τους δρόμους... μια άσχετη μέρα, όχι Τσικνοπέμπτη! Αυτά με μια περούκα...πόσο μάλλον...κούνελοι!
Δημοσίευση σχολίου